Η ιστορία αυτή επαναλαμβάνεται και ως φάρσα και ως ιλαροτραγωδία και ως καημός μεγάλος υποψήφιων χαλίφηδων. Κάθε φορά που είναι σε εξέλιξη οποιαδήποτε διαπραγμάτευση τα στάδια είναι συγκεκριμένα.
του Κώστα Βαξεβάνη
Στο πρώτο στάδιο,σύμφωνα με τα εγχώρια Μέσα -λύκος στα πρόβατα στο διηνεκές- η διαπραγμάτευση δεν πρόκειται να αποδώσει και θα μας φάει ο λύκος. Στο δεύτερο στάδιο, υποστηρίζουν πως αν πρόκειται να υπάρξει συμφωνία θα μας απαυτώσουν με μέτρα. Στο τρίτο στάδιο, ο Τόμσεν, ή ο Σόιμπλε ή κάποιος Φριτς ή Γιόχαν που κάτι δήλωσε ή έστω ψέλισε με τη μορφή δήλωσης ή άρθρου, αποκαλύπτει πως πάλι ο λύκος ξαναφάνηκε γύρω απ τα πρόβατα και δεν θα αφήσει να σωθεί κανένα. Στο τέταρτο στάδιο με διαφαινόμενη τη συμφωνία, όποια και αν είναι η συμφωνία, φεύγει ο λύκος αλλά έρχεται ο δράκος. Ο δράκος είναι αόριστος και γι αυτό όσο φαντάζεται ο καθένας απειλητικός και θα μας καταβροχθίσει στο μέλλον.
Σε όλα αυτά τα στάδια, ο Κυριάκος φυσικά είναι επερχόμενος και ο Τσίπρας απερχόμενος για το εγχώριο σύστημα πολιτικών αφηγήσεων φόβου. Ακόμη και όταν δημοσιεύουν προειδοποιήσεις των εταίρων από την Ευρώπη που υποτίθεται πως λένε στον Τσίπρα “να μην παίξει το χαρτί των εκλογών”, ακόμη και τότε ο ατυχήσας Κυριάκος, βλέπει εκλογές.
Εδώ και χρόνια, έχει δημιουργηθεί στην Ελλάδα ένα σύστημα πολιτικής και επικοινωνίας που δεν επεξεργάζεται πολιτική και δεν χρησιμοποιεί επικοινωνία. Φοβίζει τον κόσμο όπως έκανε τα πρώτα χρόνια της κρίσης για να αποδεχθεί τα μνημόνια και ανήθικα δημιουργεί κατάσταση κόπωσης την οποία επιχειρεί να ταυτίσει με την κυβέρνηση.
Σκεφθείτε, αν δεν υπήρχε αυτό το σύστημα, η διαπραγμάτευση θα ήταν μια επιτυχημένη ή αποτυχημένη διαπραγμάτευση. Με τη συμβολή τους, δεν είναι αυτό. Μετατρέπεται σε ψυχολογική κόπωση και πολιτική αστάθεια. Δημιουργούν “ειδήσεις” από το κενό τις οποίες στη συνέχεια διαψεύδουν χωρίς να απολογηθούν για την ψευδολογία. Αντί να πουν “είπαμε ψέματα” το μετατρέπουν σε “αναγκάστηκε να αλλάξει η κυβέρνηση”. Έτσι κατασκευάζουν διγλωσσία και ανασφάλεια η οποία δεν δημιουργεί μόνο πολιτικό κόστος για τους κυβερνώντες αλλά σύγχυση για τους πολίτες (ψηφοφόρους πάντα) που κάποια στιγμή θα ζητήσουν τη λύτρωσή τους από αυτόν τον οποίο έχουν συνδέσει με το πρόβλημα. Και προφανώς δεν είναι τα Μέσα της προπαγάνδας και της αθλιότητας, αλλά η κυβέρνηση.
Το βαλς όμως θέλει δύο. Η κυβέρνηση γίνεται συνοδός αυτής της πρακτικής στο εσωτερικό αλλά και της άλλης στο εξωτερικό, παίζοντας σε αυτό το γήπεδο. Μιλά με όρους διαπραγμάτευσης και με στατιστικές επιτυχίας ή αποτυχίας, σε ένα ξένο γήπεδο. Ενώ γνωρίζει πώς θα εξελιχθεί το παιχνίδι (με αυτά τα τέσσερα στάδια), ξεκινά υποτονικά, ελπίζοντας μάλλον πως κάποιοι λόγοι ανύπαρκτης εντιμότητας και fair play, θα αποτρέψουν για μια ακόμη φορά να μπει μπουρλότο σε ό,τι και αν πάει να δημιουργηθεί. Όταν τα πράγματα φτάνουν στο απροχώρητο, τότε θυμάται και θυμίζει το ρόλο του ΔΝΤ, του Τόμσεν και της τρόικας εσωτερικού επιλέγοντας επιθετική ρητορική.
Δηλαδή η κυβέρνηση συνεχίζει να παίζει με όρους που άλλοι βάζουν σε γήπεδο που τους ανήκει. Ωστόσο αν ο δρόμος δεν σε βγάζει πουθενά, δεν περιμένεις να ανοίξει μαγικά δρόμος μπροστά σου στο αδιέξοδο, αλλά αλλάζεις δρόμο. Αυτός ο δρόμος είναι ένας. Ό,τι και αν επιλέξει να κάνει στη διαπραγμάτευση, να θυμίζει στον κόσμο πως η προοπτική δεν είναι η διαπραγμάτευση αλλά όσα πρέπει να υπάρξουν έξω από αυτή. Δειλά βήματα έγιναν με τις εξαγγελίες του Αλέξη Τσίπρα για τα κοινωνικά μέτρα (ούτε αυτά δεν άφησε εκτός κριτικής ο Κυριάκος) . Αυτό που διαφοροποιεί όμως την τακτική από τη στρατηγική είναι ο στόχος. Αν γίνει ξεκάθαρος, αν ζυμωθεί στην κοινωνία, οι κινδυνολόγοι θα πνιγούν στον ίδιο τον τακτικισμό τους. Αλλά ο στόχος πρέπει να σχετίζεται με την κοινωνία, όχι με τη διαπραγμάτευση.